10/10/14

Αφού δεν είσαι αόρατος, γιατί να είναι εκείνος;

Αφού δεν είσαι αόρατος, γιατί να είναι εκείνος;

No more turning heads.
Ένα βράδυ του καλοκαιριού που πέρασε, μου ζήτησε μια πολύ καλή μου φίλη, αρκετά μεγαλύτερη, αμερικάνα, να συναντηθούμε για ένα ποτό. Καλοκαίρι στην Αθήνα, οπότε σαν πρόταση μου φάνταζε ιδανική.

Συναντηθήκαμε στο κέντρο, πήγαμε σε μια από τις πλέον πολυσύχναστες περιοχές και απολαύσαμε το ποτό μας (στον καύσωνα). Μετά από κάποιες ώρες αποφασίσαμε να περπατήσουμε μέχρι το σπίτι μου.
Ανεβαίναμε την Κολοκοτρώνη, μιλάγαμε και γελάγαμε με χαζομάρες. Δίπλα μας κάποιοι άστεγοι έφτιαχναν τις κουβέρτες τους σαν αυτοσχέδιο στρώμα για να κοιμηθούν έστω και λίγο πιο άνετα. Η φίλη μου με κοίταξε γιατί σώπασα απότομα. Μου κόπηκαν τα γέλια. Δεν μπορούσα να μιλήσω. Δεν το έβλεπα πρώτη φορά το θέαμα, απλώς πρώτη φορά με ενόχλησε τόσο η αντίφαση, συγκρίνοντας την κατάσταση ενός στενού πιο κάτω, όπου όλοι έπιναν και γέλαγαν ξέγνοιαστα, με την κατάσταση στο στενό που ήμουν εκείνη τη στιγμή. Το απόλυτο χάσμα.
Περάσαμε δίπλα από τους 2-3 αστέγους που ήταν στη σειρά και επέλεξα συνειδητά να κοιτάω προς τα κάτω, αμίλητη. Ένιωθα ότι η φίλη μου με κοίταζε και ένιωθα άσχημα για την αντίδρασή μου, αλλά εκείνη την ώρα δεν μπορούσα να το ελέγξω. Περπατήσαμε για λίγο αμίλητες. Η ατμόσφαιρα είχε βαρύνει απότομα. Ένιωθα ότι έπρεπε να απολογηθώ, αλλά δεν ήξερα τι να πω. Ένιωθα και ότι ήθελε κάτι να μου πει, αλλά δεν πήγαινε κάπου το μυαλό μου.
Εν τέλει αποφάσισε να σπάσει τη σιωπή με την εξής φράση: «Δεν ξέρω εάν στο έχω πει...» και αρχίζει να περπατάει πιο αργά, επιβάλλοντάς μου ασυναίσθητα τον ίδιο ρυθμό στο βάδισμα. «Έχω υπάρξει άστεγη για ένα διάστημα», συμπληρώνει. Ήταν από τα τελευταία πράγματα που περίμενα να ακούσω να λέει. Φυσικά, δεν ήξερα ποιο ήταν το σωστό πράγμα να πω. Αντέδρασα με ένα «ασφαλές» «αλήθεια;;». Κάπου εκεί άρχισε την εξιστόρησή αυτού του κεφαλαίου της ζωής της.
Μου είπε ότι υπάρχει ολόκληρο οικοσύστημα ( στην Αμερική τουλάχιστον) για τους άστεγους, το οποίο όμως πρέπει να παλέψεις αρκετά για να το ανακαλύψεις, ολομόναχος, λόγω ανταγωνισμού. Υπάρχουν δημόσια λουτρά και τα συσίτια, συγκεκριμένα σημεία στην πόλη που ενδείκνυνται για να κοιμηθείς το βράδυ και άλλα που είναι απαγορευτικά για πληθώρα λόγων. Μου είπε ότι είναι μια ζούγκλα, από πολλές απόψεις, στις οποίες δεν ήθελα να αναφερθεί τη δεδομένη στιγμή. Το περίμενα αυτό. Δεν με άφησε άφωνη κάτι από αυτά. Λίγο πολύ θα μπορούσα να τα φανταστώ, αν καθόμουν να σκεφτώ σχετικά.
Με αιφνιδίασαν όμως όλα όσα μου είπε σχετικά με το πώς νιώθουν οι άστεγοι. Και δεν είναι όλα αυτά που φανταζόμαστε. Ή μάλλον, πιο σωστά, είναι επιπρόσθετα αυτών που φανταζόμαστε. Το να έχεις πρόσβαση στην οπτική εκ των έσω είναι διαφωτιστικό. Μου είπε ότι δε χρειάζονται περισσότεροι από 6 μήνες για να χάσει ένας άστεγος τα λογικά του τελείως, διότι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη την ανθρώπινη διάδραση. Έχουνα ανάγκη να μιλάνε με άλλους, να βλέπουν κόσμο και να συναναστρέφονται με τους γύρω τους. Όντας κάποιος άστεγος, εν καιρώ αρχίζει να νιώθει αόρατος. Δεν είναι λίγες οι φορές που προσπερνάμε άστεγους στο δρόμο λες και είναι όντως αόρατοι. Εγώ το έχω κάνει αρκετές φορές. Νομίζω όλοι το έχουμε κάνει έστω μια φορά.
Συνέχισε λέγοντάς μου ότι δε συμφωνεί απόλυτα με το να τους δίνουν λεφτά. Πιστεύει ότι δεν είναι αυτή η λύση. Μου είπε όμως, ότι προσπαθεί να τους προσέχει, να τους δείχνει ότι τους παρατηρεί. «Δεν είναι αόρατοι και δεν θα έπρεπε να νιώθουν έτσι.» μου είπε έχοντας πια σταματήσει να περπατάει και κοιτώντας με κατάματα με τρομακτικά σοβαρό ύφος. «Όλοι μας θα έπρεπε να κάνουμε τουλάχιστον αυτό: να τους κάνουμε να μη νιώθουν αόρατοι.»

Έκτοτε, κάθε μέρα προσπαθώ να εφαρμόσω αυτό που μου είπε. Είναι πιο δύσκολο από όσο φαντάζει. Αλλά εάν μπορεί να κάνει έστω και μια μικρή διαφορά, αξίζει την προσπάθεια όλων.
Όλα αυτά ήθελα να τα γράψω σχεδόν από τη μέρα που συνέβησαν, αλλά πάντα κάτι γινόταν. Όμως σήμερα, έπεσα πάνω σε αυτό το άρθρο (Αθήνα, ξημερώματα Σαββάτου ), όπου ένας άστεγος περιγράφει ακριβώς αυτό: το ότι νιώθει αόρατος. Συγκεκριμένα λέει ο άστεγος αναφερόμενος σε εκείνον που τον βοήθησε να σηκωθεί από κάτω, όπου μόλις είχε πέσει «Εσύ όμως είσαι όαση, είσαι ο πρώτος άνθρωπος που μου μιλάει μετά από ένα μήνα, νόμιζα ότι ήμουν αόρατος. Σε ευχαριστώ γιατί ξέρω ότι υπάρχω και έτσι οι περίεργες σκέψεις που με τριγυρνούσαν σταμάτησαν. Νόμιζα ότι είχα κάνει σε κανέναν κακό και το πλήρωνα σαν φάντασμα!»
Ας διώξουμε έστω αυτές τις «περιέργες σκέψεις» γιατί δεν υπάρχουν φαντάσματα. Δεν είναι κανείς μας αόρατος.
Όπως μου είπε και η φίλη μου, λοιπόν : “We should at least try to notice them. Notice them.”


Αμαλία Σ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου